τετρακαιδεκαέτης

τετρακαιδεκαέτης
-άετες και δ. γρφ. αρσ. τετρακαιδεκέτης, θηλ. τετρακαιδεκέτις Α
1. αυτός που έχει διάρκεια δεκατεσσάρων ετών
2. αυτός που έχει ηλικία δεκατεσσάρων ετών («ἀδελφὴν... κόρην τετρακαιδεκέτιν... κατέθαψα», Ισοκρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)-* + καί + δέκα + -έτης (< ἔτος), πρβλ. πεντεκαιδεκα-έτης].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • τετρακαιδεκαέτης — of fourteen years fem acc pl (attic epic doric) τετρακαιδεκαέτης of fourteen years fem nom/voc pl (doric aeolic) τετρακαιδεκαέτης of fourteen years fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τετρακαιδεκέτιν — τετρακαιδεκαέτης of fourteen years fem acc sg τετρακαιδεκέτις of fourteen years fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έτος — Χρονικό διάστημα το οποίο χρειάζεται η Γη για να συμπληρώσει μία περιφορά γύρω από τον Ήλιο. Κατά το διάστημα αυτής της περιφοράς, η Γη εκτελεί 366 ολόκληρες περιστροφές –και ένα μέρος– γύρω στον άξονά της. Αν λάβουμε υπόψη τις διαδοχικές… …   Dictionary of Greek

  • τετρακαιδεκέτης — ὁ, Α βλ. τετρακαιδεκαέτης …   Dictionary of Greek

  • τετρακαιδεκέτις — ιδος, ἡ, Α βλ. τετρακαιδεκαέτης …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”